ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ:
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΛΑΟ
του Σταύρου Τάσσου, Σεισμολόγου-Ερευνητή στο
Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου
Αθηνών
ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΣΕΙΣΜΟΥ
Σεισμός και
Πρόγνωση
Σήμερα
ο σεισμός, δηλαδή η εδαφική
δόνηση που γεννιέται κατά τη διατάραξη της μηχανικής ισορροπίας
των πετρωμάτων από φυσικές αιτίες που
βρίσκονται στο εσωτερικό της γης, και πολύ περισσότερο η δυνατότητα πρόγνωσής του, είναι ακόμα ένα άλυτο
πρόβλημα, για τους εξής δύο κυρίως λόγους:
1.
Δεν
έχουμε τη δυνατότητα άμεσης παρατήρησης του φαινομένου in situ, δηλ. εκεί όπου γεννιέται σε βάθη από μερικά
μέχρι και 700 χλμ στο εσωτερικό της γης, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με τα
μετεωρολογικά φαινόμενα που έχουμε τη δυνατότητα να τα παρατηρούμε εκεί όπου
γίνονται.
2.
Η
κρατούσα άποψη της θεωρίας των τεκτονικών πλακών αν εξεταστεί προσεκτικά
είναι γεμάτη από λογικές αντιφάσεις και ελλείψεις πειραματικής
επιβεβαίωσης. Για παράδειγμα:
·
Η
παρατηρούμενη αύξηση της ταχύτητας διάδοσης των σεισμικών κυμάτων με το
βάθος μπορεί μόνο να ερμηνευθεί με την αύξηση της ακαμψίας-στερεότητας
των πετρωμάτων με το βάθος, σε ευθεία αντίθεση με την κρατούσα άποψη για το
θερμό και ημίρρευστο εσωτερικό της γης της θεωρίας των πλακών. Επίσης η άποψη
που προβάλλεται ότι είναι η πίεση αυτή που αλλάζει τις φυσικές ιδιότητες των
πετρωμάτων στο εσωτερικό της Γης δεν ισχύει αφού μέχρι τα όρια του μανδύα με
τον πυρήνα, σε βάθος περίπου 2900 km, η ακαμψία και η ασυμπιεστότητα των πετρωμάτων είναι από δύο φορές,
μέχρι δύο τάξεις μεγέθους μεγαλύτερες από την στατική πίεση, δηλαδή την πίεση
των υπερκειμένων στρωμάτων.
·
Τα πετρώματα,
στο πλαίσιο της κυρίαρχης άποψης της θεωρίας των τεκτονικών πλακών, είναι ελαστικά
μέσα και η συσσώρευση των τάσεων
κατά μήκος μελλοντικών ρηγμάτων από
το οριζόντιο στατικό φορτίο που
οφείλεται στην κατά μερικά εκατοστά το
χρόνο οριζόντια μετακίνηση των λιθοσφαιρικών πλακών, προκαλούν τη κάμψη, δηλαδή την ελαστική παραμόρφωση των
πετρωμάτων, μαζί όμως με τον ερπυσμό,
τη θραύση και τη δημιουργία ρήγματος, που είναι ανελαστικές παραμορφώσεις, και τελικά
σεισμό, που είναι το αποτέλεσμα της
κάμψης, που όπως αναφέρθηκε είναι ελαστική παραμόρφωση.
·
Όμως η
άποψη ότι το οριζόντιο στατικό φορτίο και τα ρήγματα είναι
το αίτιο και ο σεισμός το αποτέλεσμα, δεν επιβεβαιώνεται από την
παρατήρηση. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει ο διάσημος Ιάπωνας σεισμολόγος Καναμόρι
ένα «σεισμικό» ρήγμα δεν παρατηρήθηκε ποτέ. Ο επίσης διάσημος
Αυστραλό-Αμερικάνος σεισμολόγος Μπόλτ αναφέρει ότι ρήγματα που παρήχθησαν
από υπόγειες πυρηνικές δοκιμές δεν δημιούργησαν σεισμούς, ενώ αντίθετα οι
πυρηνικές δοκιμές δημιούργησαν σεισμούς μέχρι και 7 ρίχτερ. Ακόμα
η παρατήρηση δείχνει ότι συνήθως δεν προκαλούνται
ζημιές σε κτίσματα κατά μήκος ρηγμάτων, και τα μήκους χιλιάδων
χιλιομέτρων ρήγματα στον Ειρηνικό Ωκεανό είναι ελεύθερα σεισμών.
·
Το στατικό
φορτίο της κρατούσας άποψης που αποδίδεται στις οριζόντιες κινήσεις των
πλακών, της τάξης των μερικών εκατοστών το χρόνο, ή ~10-9 m/sec, είναι πάρα πολύ ασθενές, κατά πολλές τάξεις μεγέθους από το φορτίο που
απαιτείται για να υπερνικηθεί η αδράνεια και να διαταραχθεί η μηχανική
ισορροπία των πετρωμάτων. Το στατικό φορτίο δεν είναι τίποτα άλλο από το σαν να
στέκεσαι στο έδαφος, όπου η δράση από την επιτάχυνση της βαρύτητας εξισορροπείται
από την αντίδραση του εδάφους, και η όποια κίνηση σαν αποτέλεσμα της δράσης και
της συσσώρευσης ενός τέτοιου ασθενούς στατικού φορτίου είναι πλαστική,
δηλαδή χωρίς ελαστική κάμψη, και τη δυνατότητα επαναφοράς στην προτεραία
κατάσταση της μηχανικής ισορροπίας, υπό τη μορφή του πολύ αργού ερπυσμού,
ή της ταχύτερης ολίσθησης,.
·
Ο μόνος
τρόπος να υπερνικηθεί η βαρύτητα είναι η ίδια η βαρύτητα, δηλαδή η ελεύθερη
πτώση μιας μάζας που επιταχύνεται με τα ~10 m/sec2 της επιτάχυνση της
βαρύτητας, έτσι ώστε το γινόμενο της μάζας αυτής επί το τετράγωνο της ταχύτητας
της να ισούται με 2´106 Joules ανά χιλιόγραμμο πετρώματος, που σημαίνει ότι
αυτό μπορεί να είναι, για παράδειγμα 1 kg με ταχύτητα πρόσκρουσης ~1.4 km/s, ή ~2´106 kg, με ταχύτητα πρόσκρουσης ~1 m/s. Με άλλα λόγια έχουμε μια στήλη πετρώματος με βάση 1 τετραγωνικό μέτρο,
700 μέτρα ύψος και πυκνότητα ~2850 kg/m3 σε ελεύθερη πτώση
από 5 εκατοστά που επιταχύνεται με τα ~10m/s2 της επιτάχυνση της
βαρύτητας και επομένως η ταχύτητά του κατά τη στιγμή της πρόσκρουσης είναι ~1 m/s, που απαιτείται για να διαταράξει τη μηχανική ισορροπία 1 kg πετρώματος, που μεταφράζεται σε ένα πολύ
λεπτό στρώμα πετρώματος, επιφάνειας 1 τετραγωνικού μέτρου και πάχους ~0.35 mm. Με βάση λοιπόν αυτή την παραδοχή μπορούμε
να γίνουν διάφοροι, θεωρητικά άπειροι, αλλά όχι αυθαίρετοι
συνδυασμοί μάζας πετρώματος και ύψους ελεύθερης πτώσης, που σημαίνει άπειρες
τιμές μεταξύ κάποιων ορίων, που προσδιορίζονται από την παρατήρηση.
Τα όρια αυτά αφορούν το ύψος της στήλης του πετρώματος που μπορεί να
μετακινηθεί κάθετα, το ελάχιστο του οποίου δεν μπορεί να είναι μικρότερο από
αρκετές εκατοντάδες μέτρα, π.χ. 700 μέτρα, και το μεγαλύτερο από αρκετές
εκατοντάδες χιλιόμετρα, π.χ. ~700 χιλιόμετρα, που είναι και το μεγαλύτερο βάθος
που έχουν παρατηρηθεί σεισμοί. Δύο τέτοιοι συνδυασμοί είναι μια στήλη 7 km που έχει ανυψωθεί και μετά πέφτει από ένα ύψος περίπου 4,5 χιλιοστών, με
ταχύτητα πρόσκρουσης ~0.3 m/s, ενώ για μια στήλη ~35 km απαιτείται ελεύθερη πτώση από μόλις 1
χιλιοστό του μέτρου, και επομένως ταχύτητα πρόσκρουσης ~0.14 m/s για να παρασχεθούν τα 2´106 Joules που απαιτούνται για να διαταράξουν τη
μηχανική ισορροπία 1 κιλού πετρώματος.
·
Εάν
επρόκειτο για τα ~3 εκατοστά το χρόνο, ή ~10-9 m/s, της υποτιθέμενης κίνησης των πλακών, τότε απαιτούνται ~2´1024 kg, ή το 1/3 της μάζας της γης, ή μια στήλη ~3.6´1020 m και 1 m2 βάσης σε ελεύθερη πτώση από ένα ύψος της τάξης των 5´10-20 m, για να έχουμε σεισμό μεγέθους μιας μονάδας
στο σύστημα MKS! Είναι λοιπόν φανερό
ότι απαιτείται ένα δυναμικό φορτίο, σαν ένα ισχυρό και γρήγορο
χτύπημα-σφυριά, της τάξης των ~107 Pa/sec, που θα υπερνικήσει την βαρύτητα-αδράνεια, θα διαταράξει τη μηχανική
ισορροπία του πετρώματος και θα το
αναγκάσει στιγμιαία να συμπεριφερθεί ελαστικά. Με άλλα λόγια στο πλαίσιο
της δράσης ενός επαρκούς δυναμικού φορτίου σε ελεύθερη πτώση που
επιταχύνεται με τα ~10 m/sec2, δηλαδή το 1g της
επιτάχυνσης της βαρύτητας, ο σεισμός είναι το πρωτογενές αναγκαστικό
ελαστικό αποτέλεσμα, και το ρήγμα το δευτερογενές δυνητικό
ανελαστικό αποτέλεσμα, που χρονικά έπεται, και που στους περισσότερους
σεισμούς δεν παράγεται.
·
Το γεγονός ότι ο σεισμός είναι το πρωτογενές αναγκαστικό ελαστικό αποτέλεσμα
ενός επαρκούς δυναμικού φορτίου, και το ρήγμα το δευτερογενές
δυνητικό ανελαστικό αποτέλεσμα που χρονικά έπεται, έχει και
πειραματικά αποδειχθεί σε πολλές περιπτώσεις. Για παράδειγμα ο Freund πειραματίστηκε με
βολές βλημάτων σε ένα μικρό όγκο γρανίτη και παρατήρησε ότι με ταχύτητα
πρόσκρουσης του βλήματος 1.45 km/s δημιουργήθηκαν τα P και S σεισμικά κύματα που ταξίδευαν με
ταχύτητες ~6 and 3.4 km/s, αντίστοιχα, και έσβησαν σε 0,2
μίλι-δευτερόλεπτα μετά την πρόσκρουση του βλήματος, χωρίς να δημιουργηθούν
μικρές ή μεγάλες ρωγμές. Με ταχύτητα 4.45 km/s,
εκτός από τα σεισμικά κύματα, δημιουργήθηκαν και μικρό-ρωγμές, 2
μίλι-δευτερόλεπτα μετά την πρόσκρουση του βλήματος, δηλαδή πολύ μετά την
απόσβεση των σεισμικών κυμάτων, ενώ με ταχύτητα πρόσκρουσης του βλήματος 5.64 km/s το πέτρωμα χωρίσθηκε σε τρία κομμάτια
κατά μήκος των μικρό-ρωγμών που είχαν σχηματισθεί από την προηγούμενη
πρόσκρουση του βλήματος.
Διάφορες προσπάθειες πρόγνωσης, που
στηρίζονται στα πρόδρομα φαινόμενα, όπως οι μεταβολές στο ηλεκτρικό
πεδίο της γης, ή η περισσότερα υποσχόμενη μέθοδος της διαστολής (dilatancy) του εστιακού χώρου, που έχει παρατηρηθεί με
τη χρήση δορυφορικών μεθόδων να είναι της τάξης των μερικών έως και μερικών
δεκάδων χιλιοστών του μέτρου, σε απόλυτη συμφωνία με τις θεωρητικές μας
προβλέψεις, έχουν πολύ σημαντικές αβεβαιότητες:
·
Όσον
αφορά τα ονομαζόμενα «σεισμικά ηλεκτρικά σήματα» (SES) δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αντιστοιχούν
σε μεταβολές που γίνονται κατά το προπαρασκευαστικό στάδιο ενός σεισμού.
Η μεγάλη αύξηση της αγωγιμότητας παρατηρείται κατά τη στιγμή γένεσης του
σεισμού, όπως στο φονικότερο γνωστό σεισμό με μέχρι και 650000 νεκρούς, κατά
κάποιες εκτιμήσεις, του Τάνγκσαν στην Κίνα στις 26-7-1976, μεγέθους 7.8 ρίχτερ.
Με άλλα λόγια η υπόθεση ότι ο σεισμός οφείλεται σε στατικό φορτίο που
παράγει και τα SES
ως αποτέλεσμα του πιεζοηλεκτρικού φαινομένου, που από την εστία του
σεισμού φθάνουν και καταγράφονται στην επιφάνεια της Γης δεν είναι αληθινή,
γιατί ακόμα και αν υπάρχουν τέτοιες μεταβολές είναι πολύ μικρές για να
καταγραφούν λίγα χιλιόμετρα μακριά από την εστία του σεισμού. Άλλωστε η χρήση
στοχαστικών μεθόδων γίνεται όταν ο γενετικός μηχανισμός των
μετρούμενων μεταβολών δεν είναι γνωστός, και σ’ ένα χαοτικό σύστημα όπως είναι
ο σεισμός, κάποια σύμπτωση είναι πάντα δυνατή. Αντίθετα η μεγάλη αύξηση της αγωγιμότητας κοντά στην εστία του σεισμού
κατά τη στιγμή της γένεσής του εξηγείται από τη διηλεκτρική κατάρρευση
που προκαλεί το στιγμιαίο κατακλυσμό του εστιακού χώρου με ηλεκτρόνια,
αλλά και το δυναμικό φορτίο που απαιτείται για τη γένεση ενός σεισμού.
·
Άρα όσον
αφορά την πρόγνωση, επειδή ο σεισμός είναι ένα κβαντισμένο φαινόμενο,
στην περίπτωση που τα «σεισμικά ηλεκτρικά σήματα» της μεθόδου ΒΑΝ δεν
είναι ‘θόρυβος’ και αντιστοιχούν στο προπαρασκευαστικό στάδιο ενός σεισμού,
αλλά και άλλα πρόδρομα φαινόμενα που είναι γνωστό ότι αντιστοιχούν, όπως
το η διαστολή του χώρου που οφείλεται στη διεύρυνση των μικρορωγμών,
υπάρχει το μεγάλο πρόβλημα της χρονικής αβεβαιότητας. Ο σεισμός
μπορεί να μη γίνει ποτέ γιατί το προπαρασκευαστικό στάδιο δεν έφθασε στο
επίπεδο εκείνο που απαιτείται για να ολοκληρωθεί η διαδικασία γένεσης του
σεισμού, ή μπορεί ή όλη διαδικασία να ολοκληρωθεί πολύ γρήγορα, μέσα σε μερικά
δευτερόλεπτα. Άλλωστε είναι γνωστό ότι από τις τρεις παραμέτρους που
προσδιορίζουν ένα σεισμό, δηλαδή επίκεντρο, μέγεθος, και χρόνος
γένεσης, ο προσδιορισμός του χρόνου γένεσης παρουσιάζει τη μεγαλύτερη
δυσκολία. Η αβεβαιότητα αυτή προσδιορισμού του χρόνου οφείλεται στο γεγονός
ότι ο χώρος είναι ένα «συνεχές», και ως εκ τούτου ο χρόνος είναι «απροσδιόριστος».
Τούτων δοθέντων είναι φανερό ότι είναι πρωθύστερο
να συζητάμε για πρόγνωση, όταν ο τρόπος γένεσης του φυσικού φαινομένου
του σεισμού δεν έχει ακόμα κατανοηθεί, και οι κρατούσες υποθέσεις
εργασίας κάθε άλλο παρά βοηθούν στην κατανόησή του. Επομένως οι όποιες
εκτιμήσεις στηρίζονται σε στατιστικές μεθόδους ή σε πρόδρομα
φαινόμενα, με τις γνωστές αβεβαιότητες, ενώ τα όποια αιτιοκρατικά
μοντέλα που στηρίζονται στη θεωρία των τεκτονικών πλακών δεν μπορεί
να έχουν σχέση με τους σεισμούς, αφού για τους λόγους που εξηγήσαμε οι
σεισμοί δεν μπορεί να οφείλονται σε στατικά φορτία που παράγονται από τις
οριζόντιες κινήσεις των πλακών, αν αυτές γίνονται.
Σεισμικότητα, Σεισμική Επικινδυνότητα, και Σεισμικός
Κίνδυνος
Η παρατήρηση δείχνει ότι οι σεισμοί έχουν
την τάση να συγκεντρώνονται στο χώρο και στο χρόνο, σε αντίθεση με τη
σταδιακή φόρτιση και τη στιγμιαία αποφόρτιση, που για να ολοκληρωθεί απαιτείται
ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, αφού κατά την κρατούσα άποψη η φόρτιση είναι
της τάξης των 104 Pa/έτος ενώ η αντοχή των πετρωμάτων είναι της τάξης 108, ή 1011
Pa με, ή χωρίς μικρορωγμές, αντίστοιχα, και
επομένως για να ολοκληρωθεί απαιτείται ένα χρονικό διάστημα της τάξης των 10
χιλιάδων, ή 10 εκατομμυρίων χρόνων αντίστοιχα, και τη στιγμιαία αποφόρτιση και
τη γένεση σεισμού, για να ξαναρχίσει ένας νέος κύκλος φόρτισης. Δηλαδή αν
γινόταν ένας σεισμός οποιουδήποτε μεγέθους σ’ ένα σημείο θα έπρεπε να περάσουν 10
χιλιάδες χρόνια για να ξαναγίνει ένας νέος σεισμός στην ίδια περιοχή. Όμως η
παρατήρηση δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Όταν ο Εγκέλαδος ξυπνάει σε μια
περιοχή οι πιθανότητες να γίνει ένας εξίσου ισχυρός σεισμός στην ίδια περιοχή
όχι μόνο δεν μειώνονται αλλά αυξάνονται, και αν πριν γίνει ένας σεισμός οι
πιθανότητες να γίνει ήταν 10%, μετά το σεισμό στο πρώτο 24ωρο είναι αυξημένες
κατά 50%, δηλαδή 15%, και σταδιακά μειώνονται στο πρότερο 10%. Για τη διατάραξη της μηχανικής ισορροπίας των πετρωμάτων
η απαιτούμενη ενέργεια, στην πραγματικότητα η ισχύς, δηλ. ενέργεια ανά μονάδα
χρόνου, είναι της τάξης των 2´106 Watt/kg, και αυτό εκφράζεται από τη σεισμική ροπή που κατά μέσο όρο
υπολογίζεται ότι είναι περίπου 2´104, στην πραγματικότητα 2´106 φορές
μεγαλύτερη από το μέγεθος, δηλ την ενέργεια που εκλύεται ως σεισμικά
κύματα.
Ένα
από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα συγκέντρωσης των σεισμών στο χώρο και
στο χρόνο είναι η σεισμική ακολουθία του
Ιονίου από τις 9 μέχρι τις 12 Αυγούστου 1953: 6.4 ρίχτερ στις 9, 6.8 στις
11, 7.2 και 6.3 ρίχτερ στις 12 Αυγούστου 1953 όταν ισοπεδώθηκε το μεγαλύτερο
τμήμα της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου, και πάνω από 550 άνθρωποι έχασαν τη ζωή
τους. Αυτό ήταν άλλωστε και το φονικότερο χτύπημα του Εγκέλαδου στην Ελλάδα στον
20ο αιώνα.
Η συμπεριφορά αυτή επιβεβαιώθηκε πολλές
φορές. Για παράδειγμα από τις 3 μέχρι τις 19 Απριλίου 2006 έγινε ένα σμήνος
9 σεισμών νότια της Ζακύνθου με μεγέθη 5.2-5.9 και τελευταία, σε διάστημα 1.5 μήνα μέσα στο 2008 έγιναν 8
σεισμοί με μεγέθη από 5.4 μέχρι 6.7 Ρίχτερ. Στις 6 Ιανουαρίου έγινε ο πρώτος ισχυρός σεισμός μεγέθους 6.6
ρίχτερ και σε βάθος 86 km
στην περιοχή του Λεωνιδίου, ακολούθησαν οι δίδυμοι σεισμοί με μεγέθη 5.4 και
5.5 στις 4 Φεβρουαρίου στον Ερύμανθο νότια της Πάτρας, και από τις 14 μέχρι τις
20-2-2008 πέντε σεισμοί με μεγέθη 6.7, 6.6, 5.6, 6.5 και 5.6 στο θαλάσσιο χώρο
νότια της Μεθώνης, και ακολούθησαν πολλοί άλλοι μικρότεροι. Είναι
χαρακτηριστικό ότι από τους 14 ισχυρούς σεισμούς της περιόδου από την 1-1-2007
μέχρι 20-2-2008 οι 12, ή το ~86%, έγιναν στο δυτικό μέρος του τόξου από τους
Παξούς, τα Ιόνια νησιά και την Πελοπόννησο μέχρι την Κρήτη.
Ένα άλλο
χαρακτηριστικό παράδειγμα συγκέντρωσης των σεισμών στο χώρο και στο χρόνο είναι
οι δύο σεισμοί με μεγέθη 6.7 και 7 Ρίχτερ, που έγιναν στην περιοχή της Αταλάντης στις 20 και 27 Απριλίου 1894, αντίστοιχα, και
προκάλεσαν το θάνατο 300 περίπου ανθρώπων και την καταστροφή 4000 κατασκευών,
κυρίως σπιτιών. Των σεισμών του 1894 προηγήθηκε ο σεισμός της 23ης Μαΐου
του 1893 στη Θήβα, με εκτιμώμενο μέγεθος 6.2 Ρίχτερ. Πηγαίνοντας πίσω στο χρόνο
βλέπουμε παρόμοια συμπεριφορά που πιστοποιεί τη συγκέντρωση των σεισμών στο
χώρο και στο χρόνο. Στην ευρύτερη περιοχή της Αταλάντης σεισμούς με παρόμοιο
εκτιμώμενο μέγεθος, γύρω στο 7, είχαμε το 551
μ.Χ. στη Χαιρώνεια με πολλούς νεκρούς, και μετά στον Αχινό, και το 426 π.Χ. στον Ορχομενό, και μετά στη Σκάρφεια-Θρόνιο με πάνω από 2500
νεκρούς.
Όμως
οι σεισμοί της Αταλάντης πιστοποιούν αλλά δύο γεγονότα:
1. Τα
ρήγματα, όταν σπανίως γίνονται, και σε αντίθεση με την κρατούσα άποψη, είναι το
δευτερογενές δυνητικό ανελαστικό
αποτέλεσμα, που χρονικά έπεται,
και όχι το αίτιο ενός σεισμού. Το περίφημο ρήγμα της Αταλάντης, που επεκτείνεται από το Σκορπονέρι μέχρι το
Μώλο της Λαμίας και έχε μήκος 55 χλμ περίπου, εμφανίστηκε μετά από τους σεισμούς 6.7 και 7 Ρίχτερ. Όπως προαναφέρθηκε το
γεγονός αυτό έχει και πειραματικά
επιβεβαιωθεί με την πρόσκρουση βλήματος σε κομμάτι πετρώματος, όπου προηγήθηκαν
τα σεισμικά κύματα που προκλήθηκαν από την πρόσκρουση, δηλ το δυναμικό φορτίο, οι
οποίες μικρορωγμές εμφανίστηκαν αρκετά μετά την απόσβεση των σεισμικών κυμάτων,
και το σπάσιμό του σε τρία κομμάτια και πάνω στις μικρορωγμές που είχαν
δημιουργηθεί έγινε όταν η ταχύτητα του βλήματος ήταν αρκετά μεγάλη.
2.
Επίσης επιβεβαίωσε ότι ο κύριος παράγοντας που
καθορίζει την καταστρεπτικότητα ενός
σεισμού είναι η εγγύτητα της εστίας του
σε κατοικημένη περιοχή, ανεξάρτητα από το μέγεθος του. Είναι γνωστό ότι η
Ελλάδα έχει την υψηλότερη σεισμικότητα
στην Ευρώπη, και την έκτη στον κόσμο, με μέσο αναμενόμενο μέγεθος σεισμού κάθε
χρόνο της τάξης των 6.4 ρίχτερ. Στην Ελλάδα όμως οι περισσότεροι από τους
ισχυρούς σεισμούς γίνονται στη θάλασσα,
(π.χ. οι σεισμοί νότια της Μεθώνης, σεισμός Ρόδου), ή/και σε ενδιάμεσα εστιακά βάθη (π.χ. σεισμός
Λεωνιδίου, σεισμός Ρόδου), δηλαδή σε απόσταση από κατοικημένες περιοχές. Για
τους λόγους αυτούς ο σεισμικός κίνδυνος,
ή με άλλα λόγια οι επιπτώσεις των σεισμών στα στην Ελλάδα είναι πολύ
περιορισμένες σε σχέση με γειτονικές μας περιοχές και χώρες, όπως για
παράδειγμα η Τουρκία όπου οι ισχυροί σεισμοί γίνονται κοντά σε κατοικημένες
περιοχές. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι
στον 20ο αιώνα οι νεκροί από σεισμούς στην Τουρκία ξεπέρασαν τις
80000, ενώ στην Ελλάδα ήταν λιγότεροι από 1500.
Σε
ότι αφορά τη σεισμική επικινδυνότητα,
δηλαδή την ένταση της εδαφικής
κίνησης, που μετριέται στη δωδεκάβαθμη κλίμακα Μερκάλι, και εκφράζεται και ως
ποσοστό της επιτάχυνσης της βαρύτητας (g), η παρατήρηση δείχνει ότι αυτή εξασθενεί πολύ γρήγορα όσο απομακρυνόμαστε από το επίκεντρο.
Ανεξάρτητα από το μέγεθος του σεισμού η σεισμική επικινδυνότητα στο επίκεντρο του σεισμού, όπου κυριαρχεί η
κάθετη συνιστώσα, είναι μεταξύ 0.5-0.7g. Στα 10 χλμ από το επίκεντρο η μέγιστη
εδαφική επιτάχυνση είναι περίπου το 50%
της επικεντρικής, στα 50 χλμ δεν
ξεπερνά το 20% της επικεντρικής, ενώ
στα 150 χλμ δεν ξεπερνά το 2% της επικεντρικής, δηλ. 0,01-0,02g για ένα σεισμό 7 ρίχτερ. Αν δεν υπήρχε αυτή η απόσβεση τότε η μέγιστη επικινδυνότητα θα ήταν σε απόσταση από το επίκεντρο ίση με το
βάθος του σεισμού, όπου το διανυσματικό άθροισμα της κάθετης και της
οριζόντιας συνιστώσας έχει τη μέγιστη τιμή του. Βέβαια το τελικό αποτέλεσμα
μπορεί να είναι διαφορετικό από το αναμενόμενο αφού τα σεισμικά κύματα
υφίστανται πολλαπλές ανακλάσεις, διαθλάσεις και περιθλάσεις και η συμβολή τους σε ορισμένα σημεία μπορεί να δώσει συντονισμό.
Η
παρατήρηση ότι δεν είναι η οριζόντια
αλλά η κατακόρυφη συνιστώσα η κύρια
αίτια τρωτότητας των κατασκευών, είναι συμβατή και με τη θεωρία αφού η ιδιοπερίοδος ενός δεκαόροφου κτιρίου είναι
~0.55 sec ίδια με τη δεσπόζουσα περίοδο ενός
σεισμού μεγέθους 7 σε απόσταση 150 χλμ από το επίκεντρο του. Όμως, όπως
αναφέρθηκε προηγουμένως, στην απόσταση αυτή η μέγιστη τιμή της εδαφικής
επιτάχυνσης είναι μικρότερη από το 1.5% του g, και επομένως δεν μπορεί να βλάψει το κτίριο αυτό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα μεγάλης εξασθένισης της εδαφικής κίνησης με την
απόσταση είναι οι τρεις τελευταίοι σεισμοί νότια της Μεθώνης με μεγέθη πάνω από
6.5 ρίχτερ σε βάθη από 10 μέχρι 40 χλμ
που λόγω απόστασης των επικέντρων τους ~50 χλμ από την Καλαμάτα δεν προκάλεσαν παρά
ελάχιστες και ελαφρές βλάβες.
Το
γεγονός ότι στην επικεντρική περιοχή κυρίαρχη είναι η κάθετη συνιστώσα είναι
θετικό, γιατί γενικά τα υλικά έχουν
μεγαλύτερη αντοχή στη σύνθλιψη παρά στη διάτμηση. Όσο για τους σεισμούς
βάθους στην ακραία περίπτωση του συντονισμού που αυξάνει την επικινδυνότητα και
πάλι υπεύθυνη είναι η κάθετη συνιστώσα, αφού είναι κυρίαρχη σε απόσταση από το
επίκεντρο μικρότερη από το εστιακό βάθος, που στην περίπτωση των σεισμών βάθους
είναι μεγάλο.
…ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Η Αντισεισμική Προστασία Είναι Πολιτικό Πρόβλημα
Επομένως ο άνθρωπος δεν μπορεί να αποφύγει το σεισμό, αλλά ούτε και να
τον προβλέψει με ακρίβεια τέτοια ώστε να
εκκενώσουμε πόλεις, ή, σε μια χώρα υψηλής σεισμικότητας όπως η Ελλάδα, να
αποκλείσουμε περιοχές που μπορεί να γίνει ένας καταστρεπτικός σεισμός. Ο άνθρωπος
όμως μπορεί και πρέπει να μειώσει τις συνέπειες ενός σεισμού, δηλαδή να μειώσει
το σεισμικό κίνδυνο. Ο φυσικός παράγοντας που καθορίζει το
σεισμικό κίνδυνο είναι η εγγύτητα της
εστίας του σεισμού σε κατοικημένη
περιοχή, όπως αυτή εκφράζεται από τη σεισμική
επικινδυνότητα, ως ποσοστό της επιτάχυνσης της βαρύτητας (g).
Άρα
για την κοινωνία η αντισεισμική προστασία, δηλ. η ελαχιστοποίηση του σεισμικού κινδύνου,
είναι ένα βαθειά πολιτικό ζήτημα που,
με το σημερινό επίπεδο κατανόησης του φαινομένου, δεν περνάει μέσα από την
πρόγνωση των σεισμών. Είναι πολιτικό πρόβλημα γιατί το είδος και η ποιότητα των
σχέσεων παραγωγής, δηλαδή οι σχέσεις του ανθρώπου με το
φυσικό, δομημένο και κοινωνικό περιβάλλον καθορίζει τη τρωτότητα της κοινωνίας, και όχι μόνο
των κατασκευών, έναντι των φυσικών φαινομένων. Όταν οι σχέσεις παραγωγής είναι
σχέσεις εκμετάλλευσης και ανταγωνισμού, τότε και το κοινωνικό αγαθό της αντισεισμικής
προστασίας αντιμετωπίζεται με γνώμονα την μεταφορά
πόρων από τους πολλούς στους λίγους,
και ειδικότερα στο κατασκευαστικό,
επιχειρηματικό και τραπεζικό
κεφάλαιο, και όχι τη διάθεση πόρων
για την επίλυση του προβλήματος σε όφελος όλων, και ιδιαίτερα αυτών που έχουν την μεγαλύτερη ανάγκη, όπως είναι οι κάτοικοι πυκνοκατοικημένων και κοινωνικά,
οικονομικά και ως εκ τούτου και οικιστικά υποβαθμισμένων περιοχών. Στο
πλαίσιο αυτό η γη και η κατοικία αντιμετωπίζονται ως εμπορεύματα, και οι ελεύθεροι χώροι ως φιλέτα προς
τσιμεντοποίηση, και όχι ως χώροι όπου εκτός από χώροι χαλάρωσης, διασκέδασης
και άθλησης του λαού, μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως χώροι συγκέντρωσης και
προσωρινής διαμονής των σεισμοπλήκτων.
Στο
βαθμό που η αντισεισμική θωράκιση δεν προσκομίζει γρήγορα και μεγάλα κέρδη στο
μεγάλο κεφάλαιο, δεν υπάρχει ενδιαφέρον ούτε για προσεισμικό έλεγχο και
ενίσχυση κατασκευών, ούτε για ελευθέρους χώρους, αλλά ούτε και για προγράμματα
ουσιαστικής πρόληψης και ετοιμότητας του λαού. Το κεφάλαιο και οι πολιτικοί
εκφραστές του δεν ενδιαφέρονται αν το κόστος
πρόληψης είναι πολύ μικρότερο από το κόστος
αποκατάστασης, γιατί γνωρίζουν ότι και τις
συνέπειες και την αποκατάσταση θα την πληρώσουν οι εργαζόμενοι και τα φτωχά
λαϊκά στρώματα. Τρανό παράδειγμα οι ιδιοκτήτες της Ρικομέξ και οι
κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Στον καπιταλισμό και η αντιμετώπιση των φυσικών
καταστροφών αφήνεται στις δυνάμεις της αγοράς, που βέβαια έχουν ορθάνοιχτα
μάτια στη μεγιστοποίηση των κερδών
και είναι τυφλές στη κάλυψη της λαϊκής
ανάγκης για προστασία από τις φυσικές καταστροφές.
Που
Βρισκόμαστε Σήμερα
Μέχρι
το 1959 στην ουσία καμία θωράκιση δεν υπήρχε απέναντι σε σεισμικά γεγονότα και
κανένας κανονισμός για την κατασκευή των κτιρίων. Το 1959 παρουσιάστηκε στην χώρα μας ο πρώτος αντισεισμικός κανονισμός αφού είχε προηγηθεί η σεισμική
ακολουθία με 6.5, 6.8, 7.2 και 6.3 από τις 9 μέχρι τις 12 Αυγούστου του 1953 στο
Ιόνιο, που κατέστρεψε τη Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο. Το γεγονός ότι οι
αντισεισμικές κατασκευές είναι ο σημαντικότερος παράγοντας μείωσης του
σεισμικού κινδύνου αποδεικνύεται από την αντοχή των κατασκευών στα Ιόνια νησιά
που χτίσθηκαν με αντισεισμικές προδιαγραφές μετά τους σεισμούς του 1953.
Αντίθετα επειδή οι προδιαγραφές αυτές δεν υπάρχουν, ή είναι κατώτερες στις απέναντι
ακτές της Πελοποννήσου οι βλάβες για τον ίδιο σεισμό και για την ίδια απόσταση
από το επίκεντρο είναι πολύ μεγαλύτερες.
Ο
αντισεισμικός κανονισμός του ΄59 έμεινε ο ίδιος για αρκετά χρόνια, μέχρι το 1984 όπου επήλθαν βελτιώσεις άρθρων,
αφού για άλλη μια φορά είχαν προηγηθεί μεγάλα σεισμικά γεγονότα. Συγκεκριμένα
το 1978 σημειώθηκε ο σεισμός της Βόλβης με 6.5 ρίχτερ, το 1981 οι σεισμοί των
Αλκυονίδων νήσων με 6.7 και 6.4 ρίχτερ. Από την 1-1-2004 ισχύει ο Νέος Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός (ΝΕΑΚ),
με βασική τροποποίηση τη διαίρεση της Ελλάδας σε τρεις (0.16, 0.24 και 0.36g), αντί των τεσσάρων,
ζώνες σεισμικής επικινδυνότητας, που προήλθε από την κατάργηση της χαμηλής
ζώνης 0.12g του 1984. Η Αταλάντη, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος
της Στερεάς Ελλάδας, Θεσσαλίας και Ηπείρου, ανήκει στην ενδιάμεση ζώνη ΙΙ (0.24g).
Τόσο
από το σεισμό του Αιγίου το 1995, όσο και από το σεισμό της Αθήνας το 1999 η
γενική εικόνα, όπως αναμενόταν, ήταν καλύτερη για τα κτίρια που κατασκευάστηκαν
μετά το 1984, σχετικά καλή για αυτά
της περιόδου 1959–84, και χειρότερη
για τα παλαιότερα. Σε κάθε περίπτωση όμως αποδείχθηκε ότι οι περισσότερες από τις καταρρεύσεις έγιναν
σε κτίρια όπου είχαν γίνει χοντρές παραβιάσεις, όπως κόψιμο υποστυλωμάτων,
παράνομες προσθήκες κλπ, ανεξάρτητα από το χρόνο κατασκευής τους.
Στις
νέες κατασκευές απαιτείται η πιστή τήρηση του Αντισεισμικού Κανονισμού, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί,. Βασική
παράμετρος για να γίνει αυτό είναι ο έλεγχος της ποιότητας των υλικών που χρησιμοποιούνται στις κατασκευές.
Με
απόφαση του ΤΕΕ το 1996 ξεκίνησε το Εθνικό
Πρόγραμμα Αντισεισμικής Ενίσχυσης Υφισταμένων Κατασκευών (ΕΠΑΝΕΥΚ) με αντικείμενο τη διαμόρφωση
των θέσεων του ΤΕΕ στο πρόβλημα της αντισεισμικής ενίσχυσης των υφιστάμενων
κτιρίων της χώρας. Λίγα χρόνια αργότερα άρχισε η δεύτερη φάση του προγράμματος
που αφορούσε στην απογραφή του υφιστάμενου δομικού πλούτου της χώρας, τη μελέτη
της ταυτότητας των κτιρίων και χαρτογράφηση όλης της χώρας ανάλογα με τον
κίνδυνο που κρίνει ότι θα αντιμετωπίσει η κάθε περιοχή σε περίπτωση ισχυρού
σεισμού συσχετίζοντας τα υλικά, το ύψος και την ηλικία των κτισμάτων, με τη
σεισμικότητα και τα είδη των εδαφών. Όμως το πρόγραμμα αυτό, όπως και τόσα άλλα που έχουν σχέση με
τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες, αλλά στην πράξη αποδεικνύεται ότι δεν γίνονται
για να τις καλύψουν, λόγω «έλλειψης
πόρων» δεν εξελίχθηκε σύμφωνα με τον σχεδιασμό. Είναι φανερό ότι άλλες
είναι οι προτεραιότητες, γιατί οι πόροι υπάρχουν αλλά δεν διατίθενται για να
καλυφθούν οι λαϊκές ανάγκες.
Μετά
το σεισμό του 1999 στην Αθήνα με τους 143 νεκρούς, τους 700 τραυματίες, τους
100.000 άστεγους, και τις πάνω από 30 καταρρεύσεις κτιρίων αποφασίστηκε να
υπάρξει πρωτοβάθμιος προσεισμικός έλεγχος των 80.000 δημόσιων και κοινωφελούς χρήσης κτιρίων όλης της χώρας μέχρι το
2001. Οι έλεγχοι αυτοί στην ουσία έμειναν στα χαρτιά τόσο από το ΠΑΣΟΚ όσο
και από τη ΝΔ, αφού μέχρι σήμερα μόνο
στο 5% των κτιρίων αυτών έχουν γίνει κάπως στοιχειωδώς αξιόπιστοι πρωτοβάθμιοι
ταχείς οπτικοί έλεγχοι. Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι σε όσα κτίρια χρήζουν προληπτικών ενισχυτικών
επεμβάσεων αυτές δεν έχουν ξεκινήσει, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις σε κάποια
σχολεία,. Αυτό σημαίνει ότι αν σε οκτώ (8) χρόνια ελέγχθηκε το 5% των
80.000 κτιρίων, το πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί σε (20´8=) 160 χρόνια. Ακόμη και σε
20 χρόνια αν έχει ολοκληρωθεί αυτό το πρόγραμμα ήδη πολλά από τα κτίρια αυτά θα
έχουν υποστεί διάφορες μικρές ή μεγαλύτερες βλάβες (διάβρωση του
σκυροδέματος-οπλισμού, ζημιές από σεισμούς, γήρανση, ανθρώπινες επεμβάσεις) και
θα πρέπει να επανελεγχθούν…!
Η
επικινδυνότητα των διαφόρων κτιριακών μονάδων δεν οφείλεται τόσο στην
επικινδυνότητα του φέροντος οργανισμού
τους αλλά –κυρίως- στην επικινδυνότητα των δευτερευουσών
κατασκευών, όπως είναι οι διαχωριστικοί
τοίχοι, οι τζαμαρίες, οι σκάλες, οι σοβάδες, τα οροφοκονιάματα,
τα γείσα που κρέμονται από ψηλά
έτοιμα να πέσουν στο κεφάλι όποιου τύχει να βρίσκεται ή να περνάει τυχαία από
κάτω.
Ειδικά
σε ότι αφορά στα σχολεία, πρέπει να τονιστεί ότι πολύ συχνά οι κοινόχρηστοι χώροι και ιδιαίτερα οι τουαλέτες βρίσκονται σε άθλια
κατάσταση, όσες προσπάθειες και αν καταβάλλουν οι καθαρίστριες, και αυτό διότι
έχουν βασικά δομικά-κατασκευαστικά προβλήματα και επιπλέον δεν υπάρχουν οδηγίες
για την τεχνικά σωστή συντήρησή τους. Τα σχολεία μας για να προστατευτούν από κλοπές και από το σπάσιμο των τζαμιών
από τη μπάλα των παιδιών (διότι πια
δεν υπάρχουν ελεύθεροι χώροι για να παίζουν ξένοιαστα τα παιδιά) που παίζουν
στους διαδρόμους ή πολύ κοντά στις τάξεις, έχουν μετατραπεί σε σιδηρόφρακτα φρούρια. Οι σιδεριές που υπάρχουν έξω από κάθε
παράθυρο δεν έχει προβλεφθεί να ανοίγουν από μέσα σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης
(σεισμού ή πυρκαγιάς) και έτσι – έστω και στο ισόγειο- κινδυνεύουν να
εγκλωβιστούν και να καούν σαν τα ποντίκια.
Στα
φροντιστήρια, και τους χώρους διασκέδασης και άθλησης, χώροι όπου η νεολαία
συνωστίζεται, η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη. Κλειστά γυμναστήρια,
αναψυκτήρια, κινηματογράφοι, φροντιστήρια, λειτουργούν ουσιαστικά χωρίς κανένα
έλεγχο, ή στην καλύτερη περίπτωση ο έλεγχος αφήνεται στη διάθεση των
ιδιοκτητών.
Οι
βιοτεχνίες και γενικότερα η επαγγελματική στέγη είναι τα κτίρια που με βάση τα
στατιστικά στοιχεία, συγκεντρώνουν τα περισσότερα θύματα στους σεισμούς.
Εδώ βέβαια το πρόβλημα δεν είναι μόνο η
στατική επάρκεια των κτιριακών εγκαταστάσεων αλλά και οι πρόσθετες καταπονήσεις
που δέχονται ανάλογα με το είδος και την ένταση των εργασιών που εκτελούνται.
Τα
σουπερμάρκετ είναι από τους πιο
ευάλωτους εργασιακούς χώρους και τούτο γιατί τα ράφια στο κέντρο με
στερέωση, αν υπάρχει, μόνο στο δάπεδο, αποτελούν θανάσιμο κίνδυνο για
εργαζόμενους και συναλλασσόμενους αφού θα μπορούσαν να μετακινηθούν ή να
ανατραπούν σε περίπτωση ισχυρού σεισμού.
Η παλαιότητα
πολλών κτιρίων, δημόσιων ή ιδιωτικών - πέρα από τις κατοικίες - όπου εργάζεται,
φοιτά και διασκεδάζει ο λαός και η νεολαία, στα οποία ασφαλώς απαιτείται να
γίνει προσεισμικός έλεγχος και ενίσχυση όπου χρειαστεί. Η ανάμειξη κατοικίας ή
και σχολείων με άλλες δραστηριότητες - από καταστήματα και «κέντρα υγειονομικού ενδιαφέροντος»
(μαγαζιά), μέχρι βιομηχανικές
δραστηριότητες, βενζινάδικα και αποθήκες καυσίμων, υποσταθμοί της ΔΕΗ κ.ά., που θα μπορούσαν να μεταβληθούν σε
περίπτωση σεισμού στην κυριολεξία σε «βόμβες». Προβλήματα, όμως, εντοπίζονται
ακόμη και σε σχολεία, όσον αφορά στην εκκένωση και ασφαλή μεταφορά των μαθητών.
Είναι
λοιπόν φανερό ότι και η Αντισεισμική
Προστασία αντιμετωπίζεται με γνώμονα την μεταφορά πόρων από τους
πολλούς στους λίγους, και όχι τη διάθεση
πόρων για την επίλυση του προβλήματος σε όφελος όλων, και ιδιαίτερα αυτών που
έχουν την μεγαλύτερη ανάγκη, όπως είναι οι κάτοικοι πυκνοκατοικημένων και κοινωνικά, οικονομικά και ως εκ τούτου
και οικιστικά υποβαθμισμένων περιοχών. Την πολιτική της μεγιστοποίησης του
καπιταλιστικού κέρδους και της συνακόλουθης μη διάθεσης πόρων για την
επίλυση των λαϊκών προβλημάτων και στην
Αντισεισμική Θωράκιση, υπηρέτησαν πιστά τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ, αλλά και
εξυπηρέτησαν όλα τα κόμματα του ευρωμονόδρομου.
Τρωτότητα
Επαγγελματικών Χώρων και Κατοικιών
Τόσο
από το σεισμό του Αιγίου το 1995, όσο και από το σεισμό της Αθήνας το 1999 η
γενική εικόνα ήταν καλύτερη για τα κτίρια που κατασκευάστηκαν μετά το
1984. Σε κάθε περίπτωση όμως αποδείχθηκε ότι οι περισσότερες από τις
καταρρεύσεις έγιναν σε κτίρια όπου είχαν γίνει χοντρές παραβιάσεις, όπως κόψιμο
υποστυλωμάτων, παράνομες προσθήκες κλπ, ανεξάρτητα από το χρόνο κατασκευής
τους. Μεταξύ των κτιρίων που οι παραβάσεις αυτές είναι κοινός τόπος είναι οι επαγγελματικοί χώροι, όπου
συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός εργαζομένων. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο σεισμό
της Αθήνας ενώ η σχέση μεταξύ του αριθμού των επαγγελματικών χώρων και των κατοικιών
που κρίθηκαν πράσινοι ή κίτρινοι ήταν 1 προς 8-9, η σχέση σ’ αυτά που κρίθηκαν
κόκκινα, δηλαδή κατεδαφιστέα, ήταν 1 προς 1,3 (1993 προς 2689). Είναι φανερό
ότι όσον αφορά τις σοβαρές βλάβες οι επαγγελματικοί χώροι είναι πολύ πιο
ευάλωτοι, και αυτό εξηγεί γιατί οι 56 από τους 143 νεκρούς ήταν σε
επαγγελματικούς χώρους, με την τραγική πρωτιά τους 39 νεκρούς που θάφτηκαν στα
ερείπια της Ρικομέξ. Έτσι οι αριθμοί για
άλλη μια φορά επιβεβαίωσαν ότι η ασφάλεια των εργαζομένων θυσιάζεται στο βωμό
του κέρδους, δείχνοντας την απάνθρωπη φύση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, και την ανάγκη για Λαϊκή Οικονομία και
Κεντρικό Σχεδιασμό που σε πρώτο πλάνο θα έχει τις ανάγκες, την ευημερία και
ασφάλεια των μόνων παραγωγών πλούτου που είναι οι εργαζόμενοι, και θα βάλει τις
βάσεις για την αποτελεσματική και μακροπρόθεσμη λήψη μέτρων Αντισεισμικής
Προστασίας.
Ενημέρωση-Ετοιμότητα
Βασικό
στοιχείο της αντισεισμικής θωράκισης, δηλαδή της ελαχιστοποίησης του σεισμικού κινδύνου είναι η Ενημέρωση-Ετοιμότητα των εργαζομένων και του λαού γενικότερα, ώστε
να αντιδράσει με τη μεγαλύτερη ψυχραιμία και ορθολογισμό πριν, αλλά κυρίως κατά την
ώρα του σεισμού και μετά απ’ αυτόν.
Στο
πλαίσιο της Ενημέρωσης, της Ετοιμότητας, και της ανάγκης
ορθολογικής συμπεριφοράς πριν, κατά, και μετά το σεισμό απαιτείται να γίνεται
μια Εθνική Άσκηση Αντισεισμικής
Ετοιμότητας κάθε χρόνο, που θα αφορά στην αντίδραση κατά τη στιγμή του
σεισμού και τη φάση αμέσως μετά από αυτή. Δηλαδή στην ενεργοποίηση και τον
συντονισμό όλων των διαθέσιμων μέσων (έμψυχων και μη) για ανακούφιση, βοήθεια
κλπ. Συγκεκριμένα τις μεσημεριανές ώρες μιας Κυριακής, π.χ. 12 με 1, όλοι οι
τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί να δίνουν γενικές οδηγίες με
βιντεοσκοπημένα-ηχογραφημένα παραδείγματα, και συζητήσεις για το τρόπο
προετοιμασίας και αντίδρασης, πριν, κατά, και μετά το σεισμό.
Έχει
παρατηρηθεί ότι το 97-99% όσων διασώζονται μετά από ένα καταστροφικό σεισμό,
διασώζονται από γείτονες, συγγενείς και φίλους. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό η
υπηρεσία αυτή να προσφέρεται οργανωμένα και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το
στόχο αυτό μπορεί να τον πετύχει η δημιουργία Ομάδων Άμεσης Παρέμβασης (ΟΑΠ) σε κάθε γειτονιά, ή δημοτικό
διαμέρισμα εφόσον είναι αραιοκατοικημένο. Οι ΟΑΠ, που γνωρίζουν καλύτερα από
οποιονδήποτε άλλο τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν στη γειτονιά, να
αποτελούνται από 4 άτομα, ένα
μηχανικό, ή άλλο σχετικό επιστήμονα, ως επικεφαλής, ένα γιατρό-νοσοκόμο/α, και
δύο άτομα που μπορούν να κάνουν χειρωνακτική εργασία. Ο επικεφαλής, μεταξύ
άλλων, θα έχει την υποχρέωση να ενημερώνει τις κεντρικές αρχές, π.χ., δήμο,
ΟΑΣΠ, ή Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, για το ακριβές σημείο και την έκταση
των καταστροφών, ώστε η κεντρική βοήθεια να είναι εστιασμένη, ο
γιατρός-νοσοκόμος/α να παρέχει τις πρώτες βοήθειες, και τα άλλα δύο άτομα να
προσφέρουν χειρωνακτική εργασία (σκάψιμο, ξεμπάζωμα, μεταφορά κλπ).
Θα πρέπει να ιδρυθεί σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα, νομό ή
περιφέρεια –ανάλογα με την έκταση και την τοπογραφική διαμόρφωση της περιοχής-
ένας σύνδεσμος ιδιοκτητών και χειριστών
μηχανημάτων δομικών έργων ακόμη και γεωργικών μηχανημάτων. Θα καταγραφούν
οι διευθύνσεις, τα τηλέφωνά τους και τα διατιθέμενα μηχανήματα, με περιγραφή
του τι μπορούν να προσφέρουν σε περίπτωση ανάγκης (σεισμού ή και σεισμού σε
συνδυασμό με πυρκαγιά).
Πρόληψη και
Προσεισμικός Έλεγχος
Με δεδομένο ότι ακριβής πρόγνωση σεισμού
σήμερα δεν είναι δυνατή, ότι οι όποιες στατιστικές εκτιμήσεις εμπεριέχουν το
στοιχείο της αβεβαιότητας, και τόσο ο σεισμός των Γρεβενών-Κοζάνης, όσο και ο
σεισμός της Αθήνας με δραματικό τρόπο κατέδειξε ότι δεν υπάρχει περιοχή του
ελληνικού χώρου που μπορεί να θεωρηθεί ασεισμική. Επομένως καμιά περιοχή
του ελληνικού χώρου δεν μπορεί να εξαιρεθεί από τη λήψη μέτρων ελαχιστοποίησης
του σεισμικού κινδύνου, και επομένως από τον προσεισμικό έλεγχο μεγάλων
δημοσιών και ιδιωτικών κτιρίων (σχολεία, νοσοκομεία, εργοστάσια, χώροι
διασκέδασης κλπ.) και την αποκατάστασή τους, όπου αυτό χρειάζεται, ή την
αντικατάστασή τους από άλλα κτίρια με τις απαιτούμενες αντισεισμικές
προδιαγραφές, όπου η αποκατάστασή τους δεν επαρκεί. Οι επιστημονικά τεκμηριωμένες εκτιμήσεις για την εξέλιξη της σεισμικής
δράσης θα πρέπει πάντα να παίρνονται υπόψη, αλλά δεν είναι δυνατόν σε κανένα
σημείο του Ελληνικής επικράτειας, και ανεξάρτητα από τη σεισμική επικινδυνότητα
της περιοχής, να υπάρχουν κτίρια η επικινδυνότητα των οποίων «βγάζει μάτι».
Επίσης, στα πλαίσια της προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς θα πρέπει
να παρθούν μέτρα ενίσχυσης των διατηρητέων κτιρίων.
Σε κάθε κτίριο να τηρείται με σχολαστικότητα το μητρώο
του κτιρίου και να φυλάσσεται στο κίτρινο κουτί ώστε σε περίπτωση
καταστροφής να είναι εύκολα προσπελάσιμο και να υπάρχουν σ’ αυτό όλα τα
ισχύοντα σχέδια κατασκευής. Κατ’ αυτό τον τρόπο θα μπορούν σύντομα να
προσδιοριστούν δίοδοι προσέγγισης για εντοπισμό και διάσωση επιζώντων. Το
κίτρινο κουτί είναι χρήσιμο και για κάθε άλλη εργασία επισκευής, συντήρησης,
ελέγχου ή μεταβίβασης του κτιρίου.
Εδώ
θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο στόχος των στοιχειωδώς απαιτούμενων επεμβάσεων
είναι η προστασία των δομημάτων έναντι κατάρρευσης.
Θα πρέπει να καθιερωθεί νομοθετικά το δόγμα ασφάλειας των κατασκευών έναντι
κατάρρευσης, για την οποία τόσο η διάγνωση όσο και η θεραπεία – για τις
επικρατούσες σεισμοτεκτονικές συνθήκες στη χώρα μας – και απλές είναι και μικρό
σχετικά κόστος έχουν και δεν επιφέρουν αναστάτωση στην καθημερινή ζωή και
παραγωγική διαδικασία.
Για
τα μέτρα προσεισμικής ενίσχυσης στη
σημερινή καπιταλιστική οικονομία και
για λόγους αναδιανομής να εξεταστεί αν με εισοδηματικά κριτήρια μπορεί να
υπάρξει διαβάθμιση στην κρατική βοήθεια. Για παράδειγμα στα χαμηλά εισοδήματα να υπάρξει δωρεάν βοήθεια, για τα μεσαία εισοδήματα άτοκα δάνεια, και για
τα υψηλά εισοδήματα χαμηλότοκα δάνεια.
Παρόμοια διαβάθμιση να υπάρξει και για τους μικρούς επαγγελματίες, αλλά οι μεγάλες επιχειρήσεις να αναλάβουν όλο το
κόστος. Θα μπορούσε να υπάρχει φορολογική απαλλαγή όλων των δαπανών
σεισμικής ενίσχυσης των δομημάτων προτού καταστραφούν από σεισμούς, οπότε το
εθνικό κόστος αποκατάστασης θα είναι και πολλαπλάσιο του κόστους ενίσχυσης και
πολυπαραμετρικό, με πολλαπλές δυσμενείς επιπτώσεις.
Βασική
προϋπόθεση για τη στοιχειώδη λειτουργία ενός σχεδίου ετοιμότητας είναι η ύπαρξη
ελεύθερων χώρων, που σήμερα
παραδίνονται στην τσιμεντοποίηση και στην απληστία των εργολάβων. Χρειάζεται
αγώνας για τη δημιουργία τέτοιων χώρων, και θα πρέπει να είναι μια από τις
πρώτες προτεραιότητες του κινήματος της Τ.Α.
Στους
ελεύθερους χώρους θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα άμεσης, ή, πολύ γρήγορης παροχής νερού, ηλεκτρικού ρεύματος, και τηλεφώνου,
για την προσωρινή εγκατάσταση των σεισμοπλήκτων που δεν μπορούν να επιστρέψουν
στα σπίτια τους.
Η
Μετασεισμική Αποκατάσταση
Παρόλο
που στο σεισμό της Αθήνας το 1999 το πρωτογενές κόστος ξεπέρασε τα 200 δις
δραχμές, ή 600 εκατ. ευρώ, υπάρχουν ακόμα τα κοντέινερ, οι περισσότερες
επισκευές έγιναν με αδιαφάνεια και στο άρπα-κόλα, και ως εκ τούτου με πάρα πολύ μικρή αποδοτικότητα, ακριβώς
επειδή έλλειψαν ο κεντρικός σχεδιασμός και συντονισμός, δηλαδή οι οικονομίες κλίμακας. Όλα αυτά στο όνομα
της ιδεοληψίας του μικρού κράτους, της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, της
ανταγωνιστικότητας, και του ευρωμονόδρομου.
Αυτό
όμως είναι το πρωτογενές κόστος. Δεν υπολογίζουμε τον κόσμο που χάθηκε ή υπέστη
σοβαρούς σωματικούς και ψυχολογικούς
τραυματισμούς που ακόμη δεν μπορεί να ξεπεράσει, τον κόσμο που έμεινε
άνεργος επειδή έχασε την επαγγελματική του στέγη και τα μέσα παραγωγής της
δουλειάς του, είτε διότι έκλεισε η επιχείρηση ή μεταφέρθηκε ή βρήκε ευκαιρία ο
εργοδότης μέσα από διάφορα παραθυράκια του νόμου να πετάξει στο δρόμο τους
εργαζόμενους χωρίς αποζημίωση (σεισμός-σωσμός, ο λύκος στην αναμπουμπούλα
χαίρεται). Το πραγματικό κόστος
εκτιμάται ότι είναι περί τα 5-6 δις ευρώ.
Η
βασική αρχή της αποκατάστασης να είναι η επισκευή και σε ένα ποσοστό 10-20% ενίσχυση του υπάρχοντος και όχι
η επαναφορά του στην προ του σεισμού κατάσταση.
Η αποκατάσταση να γίνεται με κρατική
μέριμνα, και στην περίπτωση που απαιτείται νέα
κατασκευή αυτή να γίνεται με βάση κάποια πρότυπα προσαρμοσμένα με τέτοιο
τρόπο στις εδαφολογικές και οικιστικές συνθήκες της περιοχής, ώστε να παρέχουν
τη μέγιστη δυνατή αντισεισμική ασφάλεια και καλαισθησία, και να αναβαθμίζουν
την ποιότητα ζωής των κατοίκων. Για την κάλυψη
του κόστους αποκατάστασης κτιρίων να ισχύσουν τα ίδια κριτήρια με αυτά για
την προσεισμική ενίσχυση.
Σε πρώτη φάση, ο προσεισμικός έλεγχος και η
αποκατάσταση και προστασία έναντι κατάρρευσης, ή η αντικατάσταση μεγάλων
δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων να ξεκινήσει από τις περιοχές με υψηλότερο
σεισμικό κίνδυνο που ουσιαστικά είναι οι πυκνοκατοικημένες και κοινωνικά,
οικονομικά και οικιστικά υποβαθμισμένες περιοχές και να καλύψει όλη τη χώρα.
Τα Άμεσα
Μέτρα
·
Ουσιαστική Κρατική
στήριξη και γενναία χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, τα παρακρατηθέντα έσοδα από την Τοπική
Αυτοδιοίκηση και τους πόρους της ΕΕ,
τους οποίους έχει πληρώσει πολλαπλάσια ο λαός μας, για την αντισεισμική
προστασία και την ενίσχυση των φορέων που είναι αρμόδιοι (Γεωδυναμικό
Ινστιτούτο, Πανεπιστημιακά και Πολυτεχνικά Σεισμολογικά Εργαστήρια, Εργαστήρια Εδαφομηχανικής
και Αντισεισμικής Τεχνολογίας, ΟΑΣΠ, Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας,
ΥΠΕΧΩΔΕ, ΟΣΚ, Πολεοδομίες Δήμων, Νομαρχία, ΕΜΑΚ, κ.ά.). Απαιτούνται προσλήψεις μόνιμου εξειδικευμένου επιστημονικού,
διοικητικού και εργατικού προσωπικού, εξοπλισμός
με τα πλέον σύγχρονα μέσα, ενίσχυση της
έρευνας, συνεχής εκπαίδευση και επιμόρφωση.
·
Συνεχείς, ουσιαστικοί και αποτελεσματικοί
προσεισμικοί έλεγχοι σε μεγάλους δημόσιους
και ιδιωτικούς χώρους, όπως Παιδικοί Σταθμοί, Νηπιαγωγεία, Σχολεία,
Νοσοκομεία, Εκκλησίες, Δημόσια και Δημοτικά κτίρια, μεγάλοι Εργασιακοί Χώροι
και χώροι συνάθροισης και διασκέδασης κόσμου και νεολαίας. Κέντρα Διασκέδασης,
Γυμναστήρια, Σουπερμάρκετ κλπ.
·
Να ελεγχθεί η στατική επάρκεια των κτιριακών χώρων, η καταλληλότητα του εδάφους, η αντισεισμική
θωράκιση του κτιρίου, καθώς και άλλοι παράγοντες που αφορούν σε κινδύνους
που μπορεί να προκληθούν στην περίπτωση ενός σεισμού ανάλογα με την παραγωγική
διαδικασία, όπως τραυματισμοί από πτώσεις υλικών, πυρκαγιές κλπ.
·
Τόσο στους ελέγχους, όσο και κυρίως στην
κατασκευή νέων ή/και στην αποκατάσταση παλαιών κτιρίων θα πρέπει να παίρνονται
υπόψη δύο βασικά δόγματα: Το δόγμα της
μη κατάρρευσης, και το δόγμα της ενίσχυσης του υπάρχοντος σε
ένα ποσοστό 10-20% και όχι την
επαναφορά του στην κατάσταση εκείνη που δημιούργησε το πρόβλημα.
·
Προστασία και αναβάθμιση των ελεύθερων χώρων που θα μπορούσαν να
αξιοποιηθούν και ως χώροι καταφυγής σε περίπτωση σεισμού (πάρκα, πλατείες,
αυλές σχολείων, ανοικτοί αθλητικοί χώροι). Απόκτηση και νέων ελεύθερων χώρων
από το Δημόσιο.
·
Προσβάσεις
και οδοί διαφυγής του πληθυσμού σε περίπτωση σεισμού. Πεζοδρόμια ασφαλή,
επαρκή και χωρίς εμπόδια, ώστε να επιτρέπουν και ασφαλή διαφυγή του πληθυσμού.
·
Λήψη ειδικών μέτρων ασφαλείας και συντήρησης των
δικτύων, όπως φυσικού αερίου, που
διέρχονται από τον οικιστικό ιστό.
·
Συγκοινωνιακός
και κυκλοφοριακός σχεδιασμός και ρυθμίσεις για αντιμετώπιση εκτάκτων
αναγκών. Ειδικό σχέδιο για την πρόσβαση από και προς τα νοσοκομεία και τους
άλλους φορείς άμεσης επέμβασης (ΕΚΑΒ, ΕΜΑΚ, Πυροσβεστική κλπ.).
·
Την απομάκρυνση
από τις κατοικημένες περιοχές των επικίνδυνων χρήσεων, όπως βενζινάδικα,
που μπορούν να δημιουργήσουν πρόσθετες αλυσιδωτές καταστροφές, όπως πυρκαγιές,
εκρήξεις, έκλυση επικίνδυνων χημικών κλπ. Μέτρα ελέγχου και αποτελεσματική
αντιμετώπιση κατασκευαστικών ή άλλων επικίνδυνων αυθαιρεσιών όπως διαφημιστικές
πινακίδες, κεραίες, προσθήκες αιθουσών ή γκρέμισμα μεσοτοιχιών.
·
Ουσιαστική κρατική στήριξη και γενναία
χρηματοδότηση - από τον Κρατικό
Προϋπολογισμό, τα παρακρατηθέντα
έσοδα για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τους πόρους της Ευρωπαϊκής Ενωσης - για την Αντισεισμική Προστασία από
ένα ισχυρό αποτελεσματικό και αποκλειστικά Δημόσιο
Φορέα Αντισεισμικής Θωράκισης, στον οποίο θα υπάγονται όλοι οι άλλοι
συναρμόδιοι φορείς, που μεταξύ άλλων θα αναλάβει και τον έλεγχο εφαρμογής των
θεσπισμένων ειδικών όρων και προδιαγραφών κατασκευής, ποιότητας υλικών, κλπ.
·
ΟΧΙ στην
ιδιωτική ασφάλιση των κτιρίων (σεισμόσημο) και σε κάθε μορφή σύμπραξης του
Δημοσίου με το μεγάλο κεφάλαιο, διότι δημιουργείται ένα ακόμα πεδίο
κερδοσκοπίας. ΟΧΙ σε πρόσθετα τέλη και φόρους στους εργαζόμενους, με πρόσχημα
την αντισεισμική προστασία.
·
Τακτική και ουσιαστική ενημέρωση και προετοιμασία
του κόσμου για την αντιμετώπιση ενός σεισμού. Προγράμματα Αντισεισμικής
«αγωγής». Ιδιαίτερο βάρος να δοθεί στα σχολεία και στους μικρούς μαθητές. Να
γίνεται μια ετήσια άσκηση Αντισεισμικής
Ετοιμότητας για όλο τον πληθυσμό.
·
Δημιουργία Ομάδων
Άμεσης Παρέμβασης (ΟΑΠ) σε κάθε γειτονιά, ή έστω δημοτικό διαμέρισμα εφόσον
είναι αραιοκατοικημένο. Αυτές οι Ομάδες Άμεσης Παρέμβασης (ΟΑΠ) να αποτελούνται
από 4 άτομα, ένα μηχανικό, ή άλλο
σχετικό επιστήμονα, ως επικεφαλής, ένα γιατρό-νοσοκόμο/α, και δύο άτομα που
μπορούν να κάνουν χειρονακτική εργασία. Ο επικεφαλής, μεταξύ άλλων, θα έχει την
υποχρέωση να ενημερώνει τις κεντρικές αρχές, π.χ., δήμο, ΟΑΣΠ, ή Γραμματεία
Πολιτικής Προστασίας, για το ακριβές σημείο και την έκταση των καταστροφών,
ώστε η κεντρική βοήθεια να είναι εστιασμένη, ο γιατρός-νοσοκόμος/α να παρέχει
τις πρώτες βοήθειες, και τα άλλα δύο άτομα να προσφέρουν χειρωνακτική εργασία
(σκάψιμο, ξεμπάζωμα, μεταφορά κλπ).
·
Να ιδρυθεί σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα, νομό ή
περιφέρεια –ανάλογα με την έκταση και την τοπογραφική διαμόρφωση της
περιοχής-ένας σύνδεσμος ιδιοκτητών και
χειριστών μηχανημάτων δομικών έργων ακόμη και γεωργικών μηχανημάτων. Θα
καταγραφούν οι διευθύνσεις, τα τηλέφωνά τους και τα διατιθέμενα μηχανήματα, με
περιγραφή του τι μπορούν να προσφέρουν σε περίπτωση ανάγκης (σεισμού ή και
σεισμού σε συνδυασμό με πυρκαγιά).
·
Άμεση
και ουσιαστική στήριξη και αποκατάσταση των σεισμοπλήκτων. Πρώτες
βοήθειες και προμήθειες, άμεση οργάνωση καταυλισμών. Άμεση καταβολή ουσιαστικών
αποζημιώσεων. Πρόγραμμα γρήγορων μετασεισμικών ελέγχων κτιρίων και
ολοκληρωτικής αποκατάστασης των βλαβών.
…και η
Προοπτική
Τα
μέτρα αυτά είναι αυτονόητα και μπορεί και πρέπει να παρθούν άμεσα. Ας μην έχουμε όμως αυταπάτες.
Όλα αυτά τα αυτονόητα δεν είναι αυτονόητα για το αστικό κράτος και αν δεν
πιεστεί δεν θα κάνει τίποτα απ’ αυτά. Άλλες είναι οι προτεραιότητές του. Πρώτη
και καλύτερη η μεταφορά πόρων από τους πολλούς παραγωγούς του πλούτου στους
λίγους καπηλευτές του, από τα υγιή στα καρκινικά κύτταρα. Τα αυτονόητα για τον
εργαζόμενο άνθρωπο μπορούν να γίνουν πράξη σ’ όλη τους την έκταση μόνο στο
πλαίσιο της Λαϊκής Εξουσίας και
Οικονομίας, που θα εκφράζει αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, της εργαζόμενης διανόησης, και των μικροαστικών
λαϊκών στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου. Τα μέσα παραγωγής θα είναι κοινωνική ιδιοκτησία και δίπλα στην
κοινωνική μορφή ιδιοκτησίας θα υπάρχει η παραγωγική
συνεταιριστική με τους αυτοαπασχαλούμενους, τους μικροϊδιοκτήτες και μικρο-παραγωγούς.
Όμως αυτός ο παραγωγικός συνεταιρισμός δεν θα έχει καμία σχέση με το
συνεταιρισμό που έχουμε γνωρίσει σε συνθήκες καπιταλισμού. Ο στόχος της Λαϊκής Εξουσίας και Οικονομίας είναι ο πλούτος που παράγεται από τον εργαζόμενο
άνθρωπο σ’ αυτόν να επιστρέφει, και οι σχέσεις στην παραγωγική βάση της
κοινωνίας να είναι σχέσεις ισότιμης
συνεργασίας και συναγωνισμού,
και όχι εκμετάλλευσης και ανταγωνισμού.
Η αντισεισμική
θωράκιση, πρόληψη και προστασία σημαίνει πλέγμα άμεσων, μεσοπρόθεσμων, και
μακροπρόθεσμων μέτρων ενταγμένων σε έναν ολοκληρωμένο κεντρικό σχεδιασμό. Απαιτεί την ενεργό συμμετοχή του λαού, και μια πολιτική εξουσία και οικονομία
που λειτουργούν με αποκλειστικό κριτήριο την κάλυψη των λαϊκών αναγκών.
Μόνο
μέσα από εθνικό φορέα κατασκευών
είναι δυνατόν να δοθεί λύση στο πρόβλημα, καθώς θα παρεμβαίνει άμεσα ν’ αποκαθιστά βλάβες, ενισχύοντας τα κτίρια
αλλά και κατασκευάζοντας νέα σύγχρονα και ασφαλή.
Οι κυβερνήσεις του δικομματισμού, αλλά και
όλα τα κόμματα του ευρωμονόδρομου, έχουν τεράστιες ευθύνες για την απαξίωση
λήψης μέτρων υποδομής όπως η Αντισεισμική Προστασία, και δεν θίγουν την ουσία της πολιτικής του
κεφαλαίου, που δεν επιτρέπει να ληφθούν μέτρα αντισεισμικής προστασίας για τη
ζωή και την ασφάλεια του εργαζόμενου, του νέου, της λαϊκής οικογένειας, στο
βαθμό που αυτά τα μέτρα δεν αποφέρουν κέρδη, και μάλιστα στην πιο χυδαία
έκφρασή της λογικής αυτής τα κέρδη αυτά
θα πρέπει να είναι άμεσα και μεγάλα, δηλαδή αρπαχτές, για το
κατασκευαστικό, επιχειρηματικό και τραπεζικό κεφάλαιο. Εξάλλου
ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ και ΛΑΟΣ έχουν συναποφασίσει την πολιτική που ασκείται στην
ΚΕΔΚΕ, μια πολιτική που έχει αφήσει τους σεισμόπληκτους στην τύχη τους και δεν
προωθεί μέτρα αντισεισμικής προστασίας, χρόνια τώρα.
Ο λαός, η νεολαία, οι εργαζόμενοι γενικά,
η εργαζόμενη διανόηση ειδικά, και οι
γεωεπιστήμονες ειδικότερα, να
απαιτήσουν αγωνιστικά όχι μόνο την άμεση λήψη των απαραίτητων μέτρων
αντισεισμικής προστασίας, αλλά και να ανοίξουν το δρόμο για το Λαϊκό Μέτωπο Εξουσίας, που θα βάλει σε
πρώτο πλάνο τη ζωή, την ασφάλεια και την ευημερία του εργαζόμενου και της λαϊκής οικογένειας. Που θα
αντιμετωπίζει τη γη και την κατοικία σαν κοινωνικά αγαθά, και όχι σαν εμπορεύματα,
θα προβλέπει ένα πρόγραμμα λαϊκής στέγης
που θα παρέχει δωρεάν, καλαίσθητους
και σεισμικά ασφαλείς χώρους κατοικίας,
εργασίας, άθλησης, πολιτισμού και διασκέδασης στο λαό και τους εργαζόμενους.